Το λεγόμενο ελαιόλαδο δηλαδή ο χυμός των καρπών της ελιάς, παράγεται απ’ ευθείας από ελιές και μόνο με μηχανικές μεθόδους και ταξινομείται ανάλογα με την περιεκτικότητά του σε ελεύθερα λιπαρά οξέα και με κάποια ποιοτικά χαρακτηριστικά.
Σύμφωνα με τον νόμο οι κατηγορίες του είναι:
α) Εξαιρετικό Παρθένο Ελαιόλαδο (εδώ υπάγεται το Πρώιμης εσοδείας ή Αγουρέλαιο, β) Παρθένο Ελαιόλαδο, γ) Ελαιόλαδο, δ) Ελαιόλαδο Εξευγενισμένο, ε) Ελαιόλαδο Λαμπάντε, στ) Πυρηνέλαιο. Άρα λάδι είναι πραγματικά ένα προϊόν που κατέχει την 3η θέση στην κατάταξη ποιότητας.
Αποτελεί την κορωνίδα του εξαιρετικού παρθένου ελαιόλαδου. Θεωρείται ακριβό λόγω της μικρής συγκέντρωσης ελαίου στην άγουρη ελιά με περιορισμένη ποσοτικά παραγωγή.
Είναι πράσινο λόγω των μεγάλων ποσοστών χλωροφύλλης, διότι ο καρπός της ελιάς είναι άγουρος κατά την παραγωγή. Το φρουτώδες άρωμα είναι βασικό χαρακτηριστικό των εξαιρετικών παρθένων ελαιολάδων. Η γεύση του έχει άμεση σχέση με την περιεκτικότητα του σε φαινόλες που έχουν υγειοπροστατευτικά χαρακτηριστικά. Η πικρή γεύση οφείλεται στην ελαιασίνη και η πικάντικη στην ελαιοκανθάλη.
Είναι ένα πολύ υψηλής ποιότητας αγουρέλαιο και είναι το μοναδικό σε παγκόσμιο επίπεδο που εφαρμόστηκε σε ασθενείς με Ήπια Νοητική Διαταραχή.
Είναι ένα προϊόν που προέρχεται χωρίς καμία πρόσμιξη απευθείας από την φύση, ενώ τα συμπληρώματα διατροφής είναι χημικά παρασκευάσματα και μπορεί να περιλαμβάνουν κάποιες ποσότητες φυσικών ουσιών ή και όχι.
Σύμφωνα με την κλινικοεργαστηριακή μελέτη MICOIL και στα πλαίσια μίας ισορροπημένης μεσογειακής διατροφής, η συνιστώμενη ημερήσια δόση δεν εμφάνισε αξιόλογα αποτελέσματα αύξησης μάζας σώματος και προσθήκης βάρους.
Ως φυσικό προϊόν δεν έχει καμία καταγεγραμμένη παρενέργεια ή αλληλεπίδραση με φάρμακα, όμως καλό είναι να συμβουλευτείτε τον γιατρό πριν την κατανάλωσή του.
Δεν υπάρχει στην διεθνή βιβλιογραφία καταχωρημένη καμία επίπτωση εάν καταναλωθεί μεγάλη ποσότητα προϊόντος, εκτός ίσως από την πιθανότητα της προσθήκη βάρους.